διαβάστε το πρώτο μέρος εδώ...
του Αλέξανδρου-Κυριάκου Σαμπάγ
Οι μέρες περνούν δίχως κανένα σημάδι, έστω όνειρο που να δείξει ότι όλα αυτά που είδες κι έζησες ήταν πραγματικά. Πλέον έχεις ήδη αρχίσει να πιστεύεις πώς όλα τα έπλασες εσύ στην προσπάθειά σου να επιβιώσεις σε αυτόν τον δύσκολο κι επίπονο κόσμο. Αρχίζεις να απογοητεύεσαι, λοιπόν, που το ένστικτο αυτοσυντήρησης σε πλάνεψε με τέτοιο τρόπο. Η ζωή σου συνεχίζεται το ίδιο άθλια και ο καιρός περνά...
Ώσπου μια μέρα, καθώς καθόσουν αμέριμνος στο λεωφορείο πηγαίνοντας να εκπληρώσεις ορισμένες από τις πολλές υποχρεώσεις που σε πνίγουν, νιώθεις ξαφνικά μια απίστευτη χαλάρωση. Όλα αρχίζουν να ξεθωριάζουν και πλέον σε τυλίγει το σκοτάδι. Κατακλύζεσαι ξανά από την ίδια αρμονία που είχε τυλίξει κάθε κύτταρο της ύπαρξής σου σε εκείνο το πρώτο παράξενο όραμα. Δε νιώθεις τώρα κανένα άγχος, αντιθέτως έχεις την αίσθηση ότι όλα βρίσκονται στη θέση τους. Ανοίγεις τα μάτια και συνειδητοποιείς ευχάριστα ξαφνιασμένος ότι είσαι στην αγορά της Χρυσής Πόλης, του τόπου εκείνου που στιγμάτισε τον τελευταίο καιρό τη ζωή σου!Η αγορά είναι γεμάτη πλήθος κόσμου. Γύρω σου επικρατεί η ευδαιμονία! Άντρες, γυναίκες, παιδιά, όλοι χορεύουν ασταμάτητα, αγκαλιάζονται και φιλιούνται σα να είναι η πιο σημαντική στιγμή της ζωής τους. Η χαρά είναι ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους και συνυφασμένη με το χαμόγελό τους! Τα γέλια κι η ευδιαθεσία είναι διάσπαρτα σε όλη την Πόλη. Όλη αυτή την όμορφη ατμόσφαιρα συνοδεύει ένας ύμνος. Άγγελοι, άνθρωποι και διάφορες άλλες οντότητες ψάλλουν όλοι μαζί... “Ζήτω ο Κύριος! Ζήτω ο Άγιος Ένας! Ζήτω τα Άγια Ζώντα Δημιουργήματα!”.
Μέσα στο πλήθος σού τραβάει την προσοχή μια πανέμορφη κοπέλα. Στέκεται εκεί χαρούμενη, ευτυχισμένη. Τα ξανθά, μακριά, σγουρά μαλλιά της πέφτουν πάνω στο λευκό νεαρό δέρμα της, ενώ τα μεγάλα μπλε μάτια της λάμπουν μαζί με τα συναισθήματά της! Όλα αυτά σε συνδυασμό με τα χαρακτηριστικά της την καθιστούν στα μάτια σου άγγελο. Η μοναδική της παρουσία σε πλησιάζει με ένα ζεστό χαμόγελο.
Γεια σου! Είμαι η Εσθήρ!
Νιώθεις ανίκανος ν' απαντήσεις! Ο Θείος Έρωτας έχει κατακλύσει την ύπαρξή σου... Η κοπέλα, η Πόλη, όλα σε κάνουν να βιώνεις μια πρωτόγνωρη συναισθηματική φόρτιση, να ζεις μια εντελώς καινούργια ψυχική εμπειρία. Η Εσθήρ φαίνεται να καταλαβαίνει την κατάστασή σου μα αντιδρά παράξενα, σχεδόν θυμωμένα. Σα μάνα που μαλώνει το παιδί της διακόπτει την έκστασή σου.
Μην ερωτεύεσαι το μέρος! Δεν είναι ο σκοπός σου ούτε αυτός ούτε να μείνεις αιώνια σε αυτήν την Πόλη! Κανείς δεν είναι ευπρόσδεκτος εδώ έχοντας την ως στόχο και κανένας πραγματικός κάτοικός της δε θέλει να παραμείνει σ' αυτήν. Healer, η Χρυσή Πόλη πρέπει να κατεδαφιστεί! Αυτό είναι το μέλλον της! Δυστυχώς, οι κάτοικοι του τόπου μας αντιμετωπίζουν ένα σοβαρό πρόβλημα. Έχουν την τάση να λησμονούν την Αλήθεια με αποτέλεσμα να χάνουν τις δοκιμασίες που τους τίθενται. Έτσι, μπορεί να καταφέρνουν αρκετοί να εισέλθουν στο μεγαλείο της Πόλης μας, αλλά πολλούς απ' αυτούς τους διώχνουμε. Το μυστικό, ωστόσο, για να καταφέρεις να ξεπεράσεις τον κίνδυνο αυτό, είναι να συνδυάσεις την πνευματική σου όραση με τη φωνή της καρδιάς σου.
Πράγματι, αν και επικρατεί χαρά, βλέπεις στο βάθος αγγέλους με πανοπλίες και δόρατα να οδηγούν μια ουρά από πρώην πολίτες προς μία από τις 12 πύλες προκειμένου να τους εκδιώξουν από εδώ. Τα λόγια της Εσθήρ σε πείθουν για την αλήθεια των πραγμάτων, αλλά σου δημιουργούν πολλά ερωτηματικά. Γιατί σε αποκάλεσε healer, δηλαδή γιατρευτή, και γιατί η Πόλη θα γκρεμιστεί; Προς τι αυτό το προσωνύμιο και γιατί εσύ να είσαι αυτός ο γιατρευτής; Μήπως αποτελεί κάποιο μυστικό όνομα, κάποιο κλειδί που ξεκλειδώνει μυστικά της ύπαρξής σου; Ποια είναι η πνευματική όραση για την οποία σου κάνει τώρα λόγο και πως ενεργοποιείται; Δεν μπορείς να καταλάβεις πολλά, αλλά δεν ρωτάς κι όλας. Θέλεις πρώτα να μάθεις για τον ύμνο που ακούς εδώ και ώρα.
Εσθήρ, ποια είναι τα Άγια Ζώντα Δημιουργήματα;
Είναι πλάσματα του Δημιουργού και έχουν σκοπό τη βοήθεια. Διακρίνονται σε κατηγορίες. Τώρα οφείλεις να μάθεις πως η δημιουργία αποτελεί ένα Θαύμα και το σύμπαν από το οποίο προέρχεσαι δεν είναι το μοναδικό που υπάρχει.
Νιώθεις ξαφνικά να υπερίπτασαι στο κενό του διαστήματος κι η Πόλη να έχει χαθεί. Μια απαλή μουσική χαϊδεύει τ' αυτιά σου. Για μια στιγμή σε πιάνει πανικός μέχρι που βλέπεις πώς δεν είσαι μόνος. Με ανακούφιση συνειδητοποιείς πώς δίπλα σου βρίσκεται η Εσθήρ. Στο οπτικό σου πεδίο βλέπεις πολλούς πλανήτες διάσπαρτους εδώ κι εκεί πάνω στους οποίους κατοικεί ζωή, ενώ τον καθένα τον φυλάνε κάποια όντα. Κάπου βλέπεις να βρίσκεται κι η Γη. Το θέαμα είναι απλά απίστευτο κι έχεις μείνει άφωνος.
Τα σύμπαντα είναι πολλά και το καθένα έχει τ' όνομά του. Στο δικό σας, λοιπόν, τη Γαία, αντιστοιχούν οι Εϊός, σε ένα άλλο οι Εέλ κ.ο.κ.
Όλα πάλι χάνονται αστραπιαία όπως δημιουργήθηκαν και βρίσκεστε ξανά πίσω στην αγορά της Χρυσής Πόλης. Έχεις μείνει άφωνος με την εμπειρία και με τα καινούργια δεδομένα που πληροφορήθηκες και δεν μπορείς να πιστέψεις αυτό που ακούς. Τόσα χρόνια δεν ακούς τίποτα άλλο στη ζωή σου πέρα από ανθρώπους να σε διδάσκουν για τη μοναδικότητα του κόσμου που ζεις, για την δύναμη και την οξύνοια του γένους σου. Όλα αυτά τώρα καταρρέουν μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Παρατηρείς μέσα σ' αυτήν τη φόρτιση ότι την Εσθήρ λούζει ένα λευκό φως που εκπέμπει αγνή δύναμη. Η γυναίκα σε παίρνει από το χέρι και σε πηγαίνει μια βόλτα στην Πόλη. Βλέπεις τώρα κι από κοντά τους ανθρώπους που απομακρύνονται από τον τόπο αυτό, ενώ ταυτόχρονα συνειδητοποιείς πως η επικρατούσα χαρά δεν έχει κάποια συγκεκριμένη αιτία εκδήλωσης, πέρα από την ίδια την παραμονή στην πόλη, όταν αυτή βέβαια συνδυάζεται με την αδιάκοπη προσπάθεια για εξέλιξη. Αυτό που σε παραξένεψε περισσότερο είναι πώς οι άγγελοι με τις πανοπλίες και τα δόρατα, αντί να είναι θυμωμένοι κι άγριοι με τους ανθρώπους στην ουρά για την Έξοδο, όπως νόμιζες στην αρχή, είναι εμφανώς δυσαρεστημένοι και θλιμμένοι με το γεγονός. Στην άκρη της πόλης, μπροστά από μια πύλη, βλέπεις κάποιους να ετοιμάζουν ένα καραβάνι με καμήλες. Πέρα από την πύλη βλέπεις να απλώνεται μια ψυχρή, άγονη έρημος. “Η έρημος που το εγώ στραγγαλίζεται σα μωρό που κλαίει” ακούγεται η φωνή της Εσθήρ. Όλες οι καμήλες έχουν ένα κέρατο όμοιο με το εβραϊκό γράμμα ש (σίν=μυτερή άκρη). Μέσα στις τόσες ξεχωρίζεις μία που σου τραβάει την προσοχή. Τη νιώθεις οικεία και είναι η μόνη που έχει στο στέρνο της χαραγμένο το εβραϊκό γράμμα ז (ζάιν=σπαθί-εργαλείο). “Είναι τα νεφές των πολιτών, τα μέσα για να φύγουν μέσα στην έρημο και ν΄ αντιμετωπίσουν την Έσχατη Δοκιμασία, να ικανοποιήσουν τον Έσχατο Σκοπό” πρόσθεσε η Εσθήρ λες και γνώριζε από πριν τα ερωτήματα που σου δημιουργούσε αυτή η περιήγηση. Μετά από αυτή την ενδιαφέρουσα βόλτα, επιστρέφετε πίσω στην αγορά. Εκείνη πλέον δεν έχει τίποτα άλλο να σου πει, γι' αυτό απλά σου χαμογελάει για τελευταία φορά κι αρχίζει να απομακρύνεται και να χάνεται ξανά μέσα στο πλήθος. Για λίγες στιγμές ακόμα διακρίνεις τη μορφή της μέσα στον όχλο, ώσπου τα πάντα ξεθωριάζουν.
Ξυπνάς ελαφρώς ζαλισμένος μέσα στο λεωφορείο και συνειδητοποιείς πώς έχεις απομακρυνθεί κατά πολύ από τον αρχικό σου προορισμό! Ωστόσο, δεν πανικοβάλλεσαι! Απλά, σα να μην έγινε τίποτα παίρνεις αργά και βαριά το δρόμο της επιστροφής, λες κι αυτός θα ήταν που θα σε απομάκρυνε από την γαλήνη της Χρυσής Πόλης. Κατά τη διάρκεια της επιστροφής αξιολογείς όσα είδες. “Πλέον είμαι σίγουρος πώς δεν πρόκειται τίποτα για πλάνη! Όλα είναι αλήθεια! Δεν γίνεται να μην είναι! Και η Εσθήρ... ήταν τόσο όμορφη και απτή που απλά δεν υφίσταται η περίπτωση να μην υπάρχει! Κάτι γίνεται... Γιατί τώρα όλα αυτά; Γιατί εγώ σε αυτήν την περιπέτεια; Ποια ήταν στ' αλήθεια αυτή η Εσθήρ; Τη γνωρίζω ή έστω υπάρχει κάπου στην πραγματικότητα; Μακάρι... Και γιατί να με αποκαλεί healer; Τι θέλει να μου πει μ' αυτό; Μήπως αποτελεί το μυστικό όνομα της ίδιας μου της ψυχής; Δεν ξέρω... Τι να ήταν όλα αυτά που είδα..; Η Χρυσή Πόλη φαίνεται να με καλεί κι εγώ να υπακούω σε αυτό το μαγικό της κάλεσμα! Νιώθω πώς γνωρίζω τι είναι τα Άγια Ζώντα Δημιουργήματα, τα νεφές! Αυτή η καμήλα; Μήπως ήταν η δική μου; Πού να πηγαίνουν άραγε οι άνθρωποι που εκδιώκονται από την Πόλη; Όσο γι' αυτή τη διδασκαλία περί πολλών συμπάντων, πρώτη φορά την ακούω! Αλλά φαίνεται να έχει κάποια υπόσταση... Μέσα σε αυτό το άπειρο διάστημα, γιατί να υπάρχει ζωή μόνο εδώ; Λογικό... Ουφ! Πολλά τα ερωτήματα! Ζαλίστηκα!”. Όλος ο δρόμος σου καλύπτεται από αυτόν τον εσωτερικό μονόλογο και προσπαθείς να βάλεις μια τάξη στο κεφάλι σου. Νιώθεις τελείως μπερδεμένος, αλλά πλέον νιώθεις μια σιγουριά.
Η ζωή σου πλέον σταματά να έχει τη βαρετή χροιά που της προσέδιδαν όλον αυτόν τον καιρό οι υποχρεώσεις και η πίεση. Καθημερινά προσεύχεσαι προς τη Χίσρα, τον άγγελο Γκαϊόλ και την Εσθήρ ζητώντας τη βοήθειά τους. Σιγά σιγά βλέπεις ν' αλλάζει ο κόσμος γύρω σου. Μα αντιλαμβάνεσαι πως η αλλαγή δεν προέρχεται από κάτι ξένο και εξωτερικό, αλλά από εσένα τον ίδιο και πηγάζει από την αλλαγή στον τρόπο σκέψης και αντίληψης των πραγμάτων. Μαθαίνεις σταδιακά να αντιμετωπίζεις τα πάντα με υπομονή και καρτερικότητα. Ήδη βιώνεις μια εσωτερική αλλαγή και νιώθεις μια σιγουριά που σου λέει ότι βρίσκεσαι στην σωστή εξελικτική πορεία. Τώρα απλά περιμένεις το νέο όραμα εφαρμόζοντας έως τότε όλα όσα έμαθες στη ζωή και τη σκέψη σου και διαλογίζεσαι πάνω στα όνειρα που είδες. Ένα μυστήριο πέπλο καλύπτει όλην αυτή την εμπειρία και το έχεις βάλει σκοπό να το διαλύσεις! Κάτι σημαντικό σίγουρα τρέχει και είσαι αποφασισμένος να το μάθεις! Γι' αυτό, λοιπόν, απλώς περιμένεις.
Οι μέρες περνούν και δεν υπάρχει βράδυ που στην προσευχή σου να μην παρακαλάς για μια ακόμη επίσκεψη στη Χρυσή Πόλη... Ξυπνάς, λοιπόν, ένα μουντό πρωινό του Χειμώνα χωρίς να ξέρεις τι σε περιμένει. Ετοιμάζεσαι να φύγεις για τις δουλειές σου. Το άγχος, η πίεση και η σκέψεις σου δίνουν μια πρώτη γεύση της ταλαιπωρίας της ημέρας από τα πρώτα κι όλας λεπτά του νέου πρωινού. Μόλις ετοιμάστηκες και κάθεσαι για 2 λεπτά να πάρεις μια τελευταία αίσθηση της θαλπωρής του σπιτιού σου. Ώσπου το παίρνεις απόφαση και σα σηκώνεσαι και κάνεις να κατευθυνθείς προς την πόρτα, νιώθεις να αιθεροβατείς. Βλέπεις πλέον ως εξωτερικός παρατηρητής το σώμα σου πεσμένο στον καναπέ του σαλονιού σου και αρχίζεις να ανυψώνεσαι... Βγαίνεις από την πολυκατοικία, βλέπεις πλέον από ψηλά την πόλη σου και συνεχίζεις να πηγαίνεις προς τα πάνω! Μέχρι που φτάνεις στα σύννεφα και μέσα στην τόσο γλυκιά ομίχλη τους, αρχίζεις να διακρίνεις την Πόλη του Φύλακα, τη Χρυσή Πόλη.
Νιώθεις τη χαρά να κλονίζει τα σωθικά σου και σχεδόν δάκρυα να γεμίζουν τα μάτια σου! Είσαι ξανά εκεί, στον τόπο που η ζωή σου παίρνει άλλη υπόσταση και επιτέλους συνειδητοποιείς τη σημαντικότητα της ύπαρξής σου! Καταλαβαίνεις πώς βρίσκεσαι σε έναν πολυσύχναστο δρόμο με ένα τεράστιο λαμπερό σιντριβάνι που το νερό του ρόδιζε ανά στιγμές. Πάνω στο μάρμαρό του είναι σκαλισμένο τ' όνομα “Το σιντριβάνι της Νιότης”. Βλέπεις γύρω σου πλήθος... Κάπου μέσα σε αυτό διακρίνεις μια μορφή... Ένας γέροντας στέκεται αγέρωχος και περιμένει. Δεν το γνωρίζεις, αλλά αφού διστάζεις για λίγες στιγμές, ξεκινάς να τον πλησιάζεις σιγά σιγά με βήμα αργό, ενώ ταυτόχρονα τον περιεργάζεσαι. Είναι ψηλός, με άσπρα μαλλιά και σκούρα καστανά μάτια. Φοράει ένα μπλε χιτώνα και κρατάει ένα παράξενο μπαστούνι στο αριστερό του χέρι. Εσύ ακάθεκτος, σου έχει κινήσει τόσο την περιέργεια που συνεχίζεις να τον πλησιάζεις δίχως κανέναν ενδοιασμό, αν και η αυστηρότητα στη στάση του θα μπορούσε να φοβίσει τον οποιοδήποτε! Θες αμέσως να του μιλήσεις! Μα μόλις φτάσεις σε αρκετά κοντινή απόσταση, εκείνος χωρίς καν να πει κουβέντα, απλώς σε κοιτάζει με βλέμμα εξονυχιστικό, σχεδόν σκληρό και σου κάνει νεύμα να τον ακολουθήσεις. Παραξενεύεσαι ελαφρώς, αλλά σκέφτεσαι πώς θα θέλει να σου δείξει κάτι ή να σου μιλήσει ιδιωτικά και χρειάζεται ησυχία. Οπότε τον ακολουθείς χωρίς να ρωτήσεις. Βρίσκεστε τώρα σε ένα μονοπάτι λίγο πιο έξω από το κέντρο της Πόλης, μα κανείς δεν υπάρχει τριγύρω. Ενώ όλα δείχνουν να κυλούν ομαλά, ο γέροντας ξαφνικά γυρίζει και σε κοιτάζει. Εσύ κοκαλώνεις στο βλέμμα του και νιώθεις να χάνεσαι. Βλοσυρό και συνάμα ανέκφραστο. Απλά σε κοιτάζει... Για λίγα λεπτά χάνεσαι στο χρώμα των ματιών του και αμέσως μετά νιώθεις να πέφτεις!
Ανοίγεις τα μάτια και βλέπεις να πλησιάζεις με γοργό ρυθμό τον πάτο ενός πηγαδιού! Δεν ξέρεις τι γίνεται και ο φόβος σε έχει κατακλύσει! Στα τοιχώματα του πηγαδιού βλέπεις εικόνες της ζωής σου να προβάλλονται σε γιγαντιαίες οθόνες. Κάποιες σε πληγώνουν, κάποιες σε κάνουν να θυμάσαι ξεχασμένες όμορφες στιγμές, ενώ άλλες σου ευφραίνουν την καρδιά! Τότε ακούς μια φωνή... “Ψάξε μέσα σου...” και φτάνεις απότομα στον πάτο. Δεν νιώθεις πόνο, αντιθέτως σα μόλις να ξύπνησες, αφού σηκώνεσαι χαλαρά και ζαλισμένα από το έδαφος σιγά σιγά και προσεχτικά. Το μέρος δεν σου είναι γνώριμο και φοβάσαι μην κρύβει παγίδες ή τέρατα, σαν αυτά στους εφιάλτες σου. Παρατηρείς ότι ο ουρανός είναι βαμμένος κόκκινος και δεν μπορείς να καταλάβεις αν αυτό είναι όραμα ή πραγματικότητα. Αλλά τελικά καταλήγεις να γελάς με τον εαυτό σου, αφού τίποτα δεν μοιάζει να είναι ψεύτικο ή αληθινό τον τελευταίο καιρό. Το παίρνεις απόφαση! Πρέπει να μάθεις τι γίνεται! Άλλωστε δεν μπορεί παρά να υπάρχει κάποιος λόγος που είσαι εδώ! Αλλιώς προς τι η φωνή; Τι να ψάξεις μέσα σου;
Διακρίνεις τώρα στο βάθος του τοπίου μια κατοικία. Είναι από τις πιο παράξενες που έχεις αντικρίσει, καθώς όσο την πλησιάζεις, συνειδητοποιείς πως είναι ψηλή σαν πύργος μα συνάμα φτωχή σα μια καλύβα! Φτάνεις κοντά στην είσοδο κι αυτή ανοίγει από μόνη της, χωρίς καν να την ακουμπήσεις... Λες και σε περίμενε... Οπλίζεσαι με δύναμη κι υπομονή, παίρνεις μια βαθιά ανάσα και κάνεις το πρώτο βήμα να μπεις. Σε τυλίγει για λίγο το σκοτάδι του σπιτιού και μετά από λίγο διακρίνεις μια μορφή απέναντί σου να κάθεται σκυφτή και ταλαιπωρημένη... Νιώθεις κάτι που δεν μπορείς να προσδιορίσεις. Δεν καταλαβαίνεις αν η μορφή κλαίει ή απλά κείτεται εκεί κουρασμένη, όμως ένα συναίσθημα στενοχώριας σχεδόν σε κυριεύει, μια απροσδιόριστη θλίψη.
Το τοπίο τότε ξανά χάνεται και εσύ πάλι βρίσκεσαι μέσα στο σκοτάδι! Είσαι πολύ μπερδεμένος και δεν μπορείς να καταλάβεις τι ζεις και γιατί! Ώσπου μετά από λίγες στιγμές, ξεχύνεται ένα πορτοκαλί φως και σε τυφλώνει. Κλείνεις ενστικτωδώς τα μάτια για λίγο μέχρι που τ' ανοίγεις και βλέπεις πως βρίσκεσαι ξανά μέσα στα όρια της Πόλης του Φύλακα. Είναι δειλινό και το φως του ήλιου βάφει σχεδόν μαγικά το τοπίο με ένα πορτοκαλί χρώμα... Βρίσκεσαι δίπλα σ' έναν γκρεμό κι από κάτω βλέπεις να χάσκουν λιβάδια και τρεχούμενα νερά που προέρχονται από έναν καταρράκτη λίγο πιο δίπλα! Κάθεσαι και κοιτάζεις με κομμένη την ανάσα όλο το τοπίο, όλην αυτήν την απίστευτη δημιουργία... Μια μορφή σε διακόπτει από την έκσταση της στιγμής. Διακρίνεις απέναντί σου να κάθεται ένας άντρας πάνω σ' έναν βράχο στην άκρη του γκρεμού. Η όψη του σου θυμίζει έντονα άραβα νομά, αφού το δέρμα του είναι σκούρο και φοράει μια μπλε κελεμπία. Τον πλησιάζεις σιγά, μα εκείνος δείχνει να σε αντιλαμβάνεται πρόωρα, λες και σε περίμενε.
Είμαι ο Ισμαήλ. Κάθισε δίπλα μου.
Νιώθεις ανήμπορος να απαντήσεις στον Ισμαήλ, αφού η μαγεία τούτου του τοπίου και η θέα του γκρεμού σού έχει κόψει την ανάσα και σου έχει πάρει τη μιλιά. Ο νομάς δε χάνει χρόνο και σου μιλάει για τη Χίσρα, τη Μεγάλη Καρδιά, σα να μην έχεις καταλάβει ακριβώς περί τίνος πρόκειται και κάποιος προσπαθεί να σου λύσει τις όποιες απορίες.
Η Χίσρα δεν είναι κάτι που πιάνεις ή που βλέπεις. Δεν πρόκειται για κάτι υλικό ή άυλο. Θεωρητικά το κέντρο της είναι αυτή η Πόλη, αλλά η παρουσία της είναι παντού και η ύπαρξή της εκτείνεται σε όλη τη δημιουργία και την ανυπαρξία! Είναι η Εντολοδόχος! Άπαντες οι καρδιές εναρμονίζονται με το τραγούδι της Χίσρα. Κι αυτό γιατί Αυτή είναι η Αρμονία! Να, κοίταξε εκεί!
Ο Ισμαήλ σου δείχνει τον ουρανό. Εκεί εμφανίζεται κάτι για λίγες στιγμές και χάνεται. Ένα Λουλούδι, ένας Λωτός ανθίζει κάτω από το δειλινό στο άπειρο της Ουράνιας Σκεπής κι από μέσα του γεννιούνται νέοι κόσμοι, καινούργιες συλλογικές ψυχές, όλα απεικάσματα της Μεγάλης Καρδιάς, της Χίσρα. Όταν εξαφανίζεται ο Λωτός, γυρίζεις έκθαμβος και συνεχίζεις ν' ακούς τις συμβουλές του Ισμαήλ.
Η προσευχή είναι η προσωποποίηση της ωραιότητας. Όμως η απόκριση στην προσευχή είναι η ίδια η Ωραιότητα! Πρόκειται για μια πράξη πολύ προσωπική και εξίσου πολύ σημαντική. Κρίνεται αναγκαία για την επιβίωση της ύπαρξής σου! Γι' αυτό ποτέ μην την ξεχνάς, ό,τι κι αν γίνει. Εκείνη, άλλωστε, είναι μια μορφή σωτηρίας, εφόσον είναι ο μοναδικός τρόπος να επικοινωνήσεις με αυτόν που εσύ θεωρείς Σωτήρα, ακόμη κι αν πρόκειται για τον ίδιο σου τον Εαυτό.
Με το που τελειώνει το λόγο του ο νομάς, κάνεις να τον ευχαριστήσεις και να τον ρωτήσεις τις απορίες σου, αλλά ένα τράνταγμα σε κάνει να ζαλιστείς κι η εικόνα χάνεται! Ακούς έναν ήχο σύγκρουσης και ένας οξύς πόνος σου τρυπάει στιγμιαία το κεφάλι! Ανοίγεις με ένταση τα μάτια και βλέπεις πώς βρίσκεσαι πάλι πίσω στο σαλόνι του σπιτιού σου, λίγες ώρες αργότερα από την τελευταία φορά που κοίταξες το ρολόι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου