“Μα είναι δυνατόν;!” ξεφωνίζεις σχεδόν ακαριαία με το που συνέρχεσαι! Νιώθεις τόσο μα τόσο θυμωμένος που πάλι λήγει τόσο άδοξα κι αυτή η παραμυθένια εμπειρία! Πνίγεσαι από το άδικο! “Ωραία! Πολύ έντιμο από μέρος μου-σου-του! Δεν ξέρω ποιο να κατηγορήσω! Έχω μπερδευτεί τελείως! Εγώ ευθύνομαι γι' αυτά, κάτι έξω από εμένα, κάποια κακόγουστη φάρσα των γύρω μου που ζητούν το χαμόγελο και τη ζωντάνια μου;”. Χάνεσαι για λίγα λεπτά στις σκέψεις σου μέχρι που η αγανάκτηση της απότομης αλλαγής περιβάλλοντος καταλαγιάζει. “Ποιος στο καλό ήταν ο γέρος που συνάντησα; Δε μου θυμίζει κανέναν που να γνωρίζω... Και τα συναισθήματα που μου προκάλεσε δεν είχαν κακιά χροιά, αλλά σίγουρα παράξενη! Μα να βλέπω τη ζωή μου σε οθόνες; Τι να πω... Ίσως να είναι μια μορφή αυτοκριτικής κι αυτό. Τι έκανα, τι έζησα, πως αντέδρασα σε όλα τα ερεθίσματα που δέχτηκα από μικρή ηλικία.... Δεν γνωρίζω τίποτα! Ας παραδεχτώ επιτέλους την
άγνοιά μου! Υπάρχει σίγουρα κάτι εκεί έξω που προσπαθεί να με μάθει περισσότερα απ' όσα γνωρίζω...! Τουλάχιστον, με χαροποιεί το γεγονός ότι υπάρχει κι αυτό το μέρος, κάπου που νιώθω πώς ζω, πώς ελπίζω για το καλύτερο! Τέλος. Θα ψάξω να βρω τον Γκαϊόλ! Εκείνος με πήγε στη Χρυσή Πόλη για πρώτη φορά κι εκείνος θα μου πει τι στο καλό γίνεται! Δεν βρίσκω άλλη λύση!”
Καταλήγοντας, λοιπόν, στην πορεία σου, αποφασίζεις από εδώ και πέρα να προσεύχεσαι πιο έντονα στον Γκαϊόλ κι όταν ξαναπάς στην Πόλη του Φύλακα – αν τύχει δηλαδή – να τον ψάξεις ό,τι και να γίνει! Σηκώνεσαι αποφασιστικά από τον καναπέ και συνεχίζεις τη ζωή σου. Οι μέρες περνούν κι εσύ εκεί, πεισμωμένος. Δεν έχει υπάρξει μεσημέρι ή βράδυ που να μην επικαλείσαι δια της προσευχής σου τον Γκαϊόλ να σου δώσει απαντήσεις! Σχεδόν απελπισμένα ελπίζεις καθημερινά σε μια ζάλη ή σε κάποιο όνειρο που θα σε μεταφέρει στο κέντρο της Χίσρα!
Οι μέρες πάνε κι έρχονται και οι καθημερινές προσευχές σου φαίνεται να έχουν αποτέλεσμα... Νιώθεις διαφορετικά, αλλιώτικα! Κάτι δημιουργείται μέσα σου, ένας δεσμός που δεν έχεις βιώσει ποτέ ξανά. Δεν μπορείς να προσδιορίσεις ακριβώς για τι πρόκειται, αλλά κάτι σε κάνει να πιστεύεις πως έχει να κάνει με την εμπειρία του τελευταίου καιρού. Μήπως πρόκειται για το δεσμό σου με τον άγγελο που σε μύησε για πρώτη φορά στο ονείρεμα της Χρυσής Πόλης, τον Γκαϊόλ, ή ίσως για μια πύλη που φτιάχνεις για εκείνο τον ξεχωριστό τόπο, εκείνο τον μαγικό προορισμό; Δεν γνωρίζεις...
Μια μέρα από τις πολλές,λοιπόν, όχι τόσο ξεχωριστή μα και καθόλου κοινότυπη σαν όλες τις υπόλοιπες, αρχίζεις τη νυχτερινή σου προσευχή, ακριβώς λίγο πριν ο ύπνος σε τυλίξει στην αγκαλιά του. Ήταν μια μέρα κουραστική μεν, αλλά όχι βαρετή. Κι αυτό οφειλόταν στα συναισθήματα που σου δημιουργήθηκαν καθ όλη τη διάρκειά της... Ο σωστός χαρακτηρισμός είναι διαφορετική. Ήταν μια διαφορετική μέρα! Καθώς πέφτεις στο κρεβάτι κι αρχίζεις την προσευχή σου επικαλούμενος το Θεό που σου κρατάει πάντα συντροφιά ακόμη και τις πιο δύσκολες ώρες, συνεχίζεις με την επίκληση στον άγγελο Γκαϊόλ. Τότε ένα μούδιασμα ξεκινάει να σε πιάνει από τα πόδια και ανεβαίνει σιγά σιγά προς τα πάνω... Φτάνει στην κοιλιά, έπειτα στο στήθος, το λαιμό και καταλήγει στο κεφάλι. Ένα τρέμουλο συνταράσσει ξαφνικά το κορμί σου κι εσύ χάνεσαι. Σιωπή...
Χαμένος για απροσδιόριστη ώρα σε μια κατάσταση ουδέτερη, συνειδητοποιείς την ύπαρξή σου και ανοίγεις τα μάτια. Δεν θυμάσαι αν τελείωσες την προσευχή, αν σε πήρε ο ύπνος, δεν θυμάσαι τίποτα άλλο, παρά μόνο τον σκοπό που στιγματίζει τη ζωή σου. Ένα φως σε χτυπάει και ανοίγεις ελαφρώς τα μάτια, ώσπου συνηθίζεις. Καταλαβαίνεις πως βρίσκεσαι λίγο πιο έξω από την Πόλη του Φύλακα, ακριβώς στο μέρος που είχες βρεθεί την πρώτη φορά! Αυτό που σε συνταράσσει και σε γεμίζει δάκρυα είναι ότι ακριβώς απέναντί σου στέκεται η πιο αγαπημένη ύπαρξη της ζωής σου μετά το Θεό, η οντότητα που τόσο πολύ πόθησες να συναντήσεις τις τελευταίες εβδομάδες! Ο άγγελος Γκαϊόλ είναι εκεί, χαμογελαστός κι αγέρωχος. Η χαρά σου είναι απερίγραπτη, μα μονάχα για μια στιγμή σκέφτεσαι... “Μήπως ονειρεύομαι; Μήπως με ξεγελά η φαντασία μου σαν εκείνες τις οάσεις που εμφανίζονται μοναχά για λίγο μπροστά στον ετοιμοθάνατο χαμένο αναζητητή στην έρημο;”. Και την σκέψη σου διακόπτει ο Γκαϊόλ απαντώντας ένα “Όχι...” που σε γεμίζει ανακούφιση! Σε πλησιάζει σαν την πρώτη φορά και σε σηκώνει από τους ώμους πάνω. Μα δεν σε οδηγεί κάπου. Σε κοιτάει απλά στα μάτια... κι εσύ χάνεσαι.
Βλέπεις τώρα να περπατάς μέσα στο σκοτάδι. Το μόνο που διακρίνεις είναι μια πέτρινη πόρτα. Ο άγγελος δεν υπάρχει πουθενά γύρω σου, αλλά νιώθεις έντονα την παρουσία του, γεγονός που σε καθιστά δυνατό να συνεχίσεις να περπατάς στο άγνωστο, αφού δε νιώθεις ανήμπορος, αλλά αντίθετα κατευθυνόμενος από μια δύναμη πέρα απ' τη δική σου. Πλησιάζεις, λοιπόν, την πέτρινη πόρτα και παρατηρείς πώς πάνω της είναι σκαλισμένη μια γλάστρα με ένα παράξενο φυτό. Ποτέ δεν έχεις ξαναδεί τέτοιο φυτό... Μοιάζει να είναι μοναδικό, διότι σε κάνει να νιώθεις μια πληρότητα, μια ολοκλήρωση που σε οδηγεί να συνεχίσεις. Και η πόρτα αργά, βουβά και ξαφνικά ανοίγει. Δεν μπαίνεις αμέσως... Προσπαθείς να δεις αν φαίνεται κάτι από την άλλη πλευρά, μην υπάρχει κάποιος κίνδυνος, αλλά μόνο σκοτάδι βλέπεις. Τίποτα που να σε προϊδεάζει. Δεν ξέρεις τι να κάνεις μέχρι που νιώθεις ξανά αυτή την αόρατη δύναμη να σε ωθεί. Και το πρώτο βήμα γίνεται. Αφού περνάς την πόρτα, αυτή κλείνει και τώρα είσαι αντιμέτωπος με το άγνωστο.
Μέσα στην τόση μονοτονία, τελικά εμφανίζεται από το τίποτα ένα κορίτσι... Χορεύει τόσο όμορφα, τόσο αφελέστατα σε όλο το τοπίο και στο διάβα της φυτρώνουν κρίνα, τριαντάφυλλα κι όλα τα άνθη του κόσμου! Είναι εναρμονισμένη σε έναν ρυθμό απίστευτο, διάφανο και ανήκουστο, μα τόσο, τόσο ζωντανό! Το δέος σε κατακλύζει και η εικόνα της σε μαγεύει τόσο πολύ... Δεν χορταίνεις να βλέπεις αυτό τον ασύγκριτο χορό, τον χορό της ίδιας της Ζωής, της ίδιας της Δημιουργίας..! Η συμπάθειά σου γι' αυτό το κορίτσι, που δεν φαίνεται να είναι τόσο μεγάλο, αλλά ούτε και τόσο μικρό, είναι απερίγραπτη. Είναι η ίδια η αγνότητα, η ίδια η παιδικότητα του σύμπαντος. Αφού καταλαγιάζουν αυτά τα έντονα συναισθήματα, αποφασίζεις να την ακολουθήσεις. Εξάλλου, δεν θες να την χάσεις από τα μάτια σου...
Καθώς την ακολουθείς, συνειδητοποιείς πώς ο κόσμος γύρω σου αλλάζει και βρίσκεσαι πλέον σε ένα δάσος. Κι όχι μόνο αυτό, διότι στα χέρια σου τώρα κρατάς κάτι που πριν δεν είχες, ένα μακρύ μαύρο κομποσκοίνι. Το κορίτσι χάνεται μέσα στο τοπίο του δάσους και δίπλα σου εμφανίζεται από το πουθενά ο Γκαϊόλ, λες και ήταν όλη την ώρα εκεί. Όταν το καταλαβαίνεις, σου λέει: “Έλα. Θα σου γνωρίσω τον Ισραήλ”. Νιώθεις ξανά ασφάλεια που είσαι δίπλα του και σε καθοδηγεί πλέον φανερά. Προχωράτε, λοιπόν, μαζί μέσα στο δάσος και εμφανίζεται στον ορίζοντα μια ανθρωπόμορφη οντότητα, όμοια με ηλικιωμένη κυρία, την οποία πλησιάζετε. Δεν μπορείς να πεις πώς είναι άνθρωπος με τα δεδομένα που όλοι γνωρίζουν, αφού δεν μοιάζει ούτε με γυναίκα, αλλά ούτε και με άνδρα αυτόν καθ' αυτόν, γιατί έχει χαρακτηριστικά κι από τα δύο φύλα. Σίγουρα πρόκειται για ένα ανθρωπόμορφο ερμαφρόδιτο ον. Μπροστά της έχει έναν ξύλινο πάγκο και πάνω σε αυτόν υπάρχουν ένα ραβδί, ένα μαυρομάνικο μαχαίρι, ένα δισκοπότηρο και μια πεντάλφα. Αυτό που σε παραξενεύει πιο πολύ είναι ότι το όνομα Ισραήλ σου έμοιαζε για αντρικό και τώρα δεν καταλαβαίνεις τι γίνεται, αν πρόκειται για αυτήν την οντότητα ή απλά έτυχε να τη συναντήσετε. Η σιγουριά, ωστόσο, στο βλέμμα του Γκαϊόλ και η καρτερικότητά του σε αναγκάζουν να συστηθείς.
Γεια. Είμαι ο Άγνωστος Αναζητητής.
Είμαι ο Μάγος. Αν απορείς, βρίσκεσαι στην επαρχία της Χρυσής Πόλης. Αν περπατήσεις λίγο ακόμα, θα φύγεις από τα όρια της Πόλης. Εκεί πέρα καραδοκούν διάφορες οντότητες, έτοιμες να σε τυλίξουν σε μια πλάνη που πιο ξεχωριστή και πιο θανατηφόρα από αυτή δεν υπάρχει. Εκεί τίποτα δεν σε προστατεύει παρά μόνο ο ίδιος σου ο εαυτός... Για όσο θα είμαστε μαζί, θα ψέλνεις τα ονόματα του Θεού μετρώντας κόμπο-κόμπο το κομποσκοίνι που κρατάς. Αν δεν το κάνεις, κινδυνεύεις.
Πράγματι, για όση ώρα βρισκόσουν σε συζήτηση, αυτό το καθήκον είχε αναλάβει ο άγγελος Γκαϊόλ προκειμένου να σε προστατέψει, τώρα όμως πρέπει να το κάνεις εσύ ο ίδιος. Αρχίζεις,επομένως, να ψέλνεις τα ονόματα του Θεού,όσα από αυτά τουλάχιστον γνωρίζεις μέσα από τις γνώσεις και τις εμπειρίες σου. Ταυτόχρονα ο Μάγος συνεχίζει να σου μιλάει.
Αφού έμαθες, λοιπόν, πώς το τραγούδι της Πριγκίπισσας της Πόλης του Φύλακα είναι το τραγούδι της ίδιας της Χίσρα...
Μονάχα για μια στιγμή ξεχνιέσαι και σταματάς το μέτρημα του κομποσκοινιού. Και τότε τρομακτικά τέρατα και μορφές πετάγονται από το πουθενά μπροστά σου με εχθρικές διαθέσεις, έτοιμα να σε κατασπαράξουν! Ο φόβος σε συγκλονίζει κι αμέσως θυμάσαι το μέτρημα, το οποίο ξαναρχίζεις. Ο Μάγος σε κοιτάζει αυστηρά που ξέχασες τη συμβουλή του και συνεχίζει:
... θα σου δείξω κάτι διαφορετικό.
Το δάσος γύρω εξαφανίζεται και βλέπεις εκείνο το κοπάδι με τις καμήλες, τα νεφές, που είχες συναντήσει στη δεύτερη επίσκεψή σου στη Χρυσή Πόλη. Μαζί με αυτές ήταν και εκείνο το νεφές με το σίν (ש) στο κεφάλι της και το ζάιν (ז) στο στέρνο της. Τώρα είσαι σίγουρος πώς αυτή η καμήλα είναι η δική σου. Το νιώθεις και τίποτα δεν μπορεί να σου αλλάξει αυτό το συναίσθημα κτητικότητας και οικειότητας. Είσαι με το Μάγο και τον Γκαϊόλ, ο οποίος τώρα δεν είναι δίπλα σου, αλλά εφάπτεται του σώματός σου, είστε σχεδόν ένα. Ο Μάγος κάνει να πει “Νίκη της Ωραιότητας είναι...” και χάνεστε! Βρίσκεσαι σε μια αγορά μόνος σου πάνω σε ένα ύψωμα... Μοιάζει με τέντα. Έχεις τυλίξει τα χέρια σου γύρω από τα πόδια σου κι απλώς ρεμβάζεις τον κόσμο να περπατάει στο δρόμο της αγοράς. Υπάρχει μια αίσθηση στην ατμόσφαιρα ότι μέσα στην εικόνα αυτή κρύβεται η υπόλοιπη φράση του Μάγου... Κάτι για την προσευχή, κάτι πολύ προσωπικό. Οφείλεις να αποκρυπτογραφήσεις το μήνυμα αυτό, το μήνυμα που θα σου λύσει τις απορίες. Χαμένος για λίγο στην σκέψη σου, ακούς το ξυπνητήρι και ξυπνάς. Είναι πρωί και βρίσκεσαι στο δωμάτιό σου.
“Απίστευτο...”. Είναι η πρώτη λέξη που ξεστομίζεις. Ίσως είναι από τις μοναδικές φορές που νιώθεις τόσο ήρεμος μετά από μια τέτοια περιπέτεια. Ο Γκαϊόλ άκουσε τις προσευχές σου, εκείνο το ατελείωτο, απελπισμένο κάλεσμα για βοήθεια. Κάθε φορά που η σκέψη του τριγυρίζει στο μυαλό σου, ακούς τους χτύπους της καρδιάς σου, αισθάνεσαι τη δόνηση του σύμπαντος να κατακλύζει την παρουσία σου. Το συναίσθημα της μοναξιάς πλέον δεν σε κυριεύει, αντιθέτως έχεις την εντύπωση πώς ο Γκαϊόλ είναι μέσα σου, είσαι σε άμεση επικοινωνία μαζί του. Σε κάθε ερώτημά σου, εκείνος φαίνεται να είναι πρόθυμος να σου μιλήσει, να λύσει τις απορίες σου. Μια σχέση ουσιαστικής αγάπης, μια θεία εσωτερική ένωση συντελείται κι εσύ απλώς νιώθεις ολοκληρωμένος και γεμάτος. Μα σίγουρα τίποτα δεν έχει τελειώσει!
Σου έρχεται εντελώς συνειρμικά εκείνο το κορίτσι του Ουράνιου Χορού. Ξανά επανέρχονται ένα ένα τα συναισθήματά σου και μια περίεργη γαλήνη χαλαρώνει τη σκέψη σου. Για λίγο μονάχα την επαναφέρεις νοερά στη μνήμη σου και παρακολουθείς έκθαμβος πώς ολόκληρη η πλάση εκφράζεται μέσα από αυτήν την εικόνα. Η Πόλη του Φύλακα, τελικά, είτε πρόκειται για όνειρο είτε για μια διαφορετική πραγματικότητα, σίγουρα σου προσφέρει τις πιο ονειρεμένες εμπειρίες, τα πιο απίστευτα ταξίδια.
Ξαφνικά θυμάσαι και το Μάγο, τον Ισραήλ όπως σε είχε πληροφορήσει ο αγαπημένος σου άγγελος. Η ερμαφρόδιτη μορφή του και το κομποσκοίνι που σε έβαλε να μετράς ήταν αυτά που σε παραξένεψαν περισσότερο. Αναρωτιέσαι την αιτία τους μέχρι που τελικώς καταλήγεις σε μια απάντηση... “Μάλλον είναι συμβουλές! Το κομποσκοίνι είναι βασικό εφόδιο της προσευχής. Οπότε ίσως επρόκειτο για μια προτροπή να το χρησιμοποιώ κατά τη διάρκεια των προσευχών. Εξάλλου με συγκέντρωνε και ίσως αν το χρησιμοποιώ, να έρχομαι ευκολότερα και πιο αποτελεσματικά σε επικοινωνία και επαφή με την Πόλη και τον Γκαϊόλ. Όσο για την ερμαφρόδιτη μορφή του... Μήπως αποτελεί κάποιος στόχος, κάποιο σκαλί για την πνευματική μου εξέλιξη; Φαίνεται κάπως λογικό. Δηλαδή θα χρειαστεί να αλλάξω φύλο;! Δε νομίζω! Μήπως πρόκειται για μια πνευματική συμβουλή, να εφαρμόσω και τις αρσενικές και τις θηλυκές ιδιότητες στην ψυχή μου; Χμμ... Μάγος ήταν άλλωστε! Αυτός δεν είναι ο σκοπός του κάθε Μάγου; Ή μάλλον ένας από τους σκοπούς; Ενδιαφέρον!”
Και καθώς προχωράει η σκέψη σου σιγά σιγά εξετάζοντας κάθε σημείο της εμπειρίας που έζησες, σου έρχονται στο μυαλό τα νεφές! Και ειδικότερα εκείνο το δικό σου. “Ποια είναι εκείνη η καμήλα; Γιατί για καμήλα δεν πρόκειται σίγουρα! Νομίζω πως είναι το σώμα μου. Και το σίν (ש) στο κεφάλι σίγουρα κάτι συμβολίζει! Πρόκειται για το γράμμα με τα τρία κέρατα, όλα να δείχνουν προς τα πάνω. Μα φυσικά! Το σώμα μου εστεμμένο με το σίν που μου θυμίζει πάντα τον στόχο μου, τον Ουρανό! Μα πώς δεν το είχα αντιληφθεί τόσο καιρό! Όσο για το ζάιν (ז) στο στήθος, το ξίφος που συμβολίζει τον αέρα, είναι ο λόγος, η γνώση με την οποία έχει σημαδευτεί η καρδιά μου, ο τρόπος που θα με βοηθήσει να βαδίσω στο δρόμο που μου δείχνει το σίν!”
Είσαι ενθουσιασμένος από τις απαντήσεις που έχεις πάρει! Το περίεργο είναι ότι της έδωσες μόνος σου, καθώς κατά έναν παράδοξο τρόπο νιώθεις ότι κατανοείς περισσότερα πράγματα. Η τελευταία εικόνα από την εμπειρία που θυμάσαι, είναι εκείνη στην αγορά, αλλά σαν κάνεις να την αναλύσεις, μια φωνή σε σταματάει λέγοντας... “Οι απαντήσεις δόθηκαν”. Αυτό ήταν αρκετό για να σε πετάξει πάνω! Η φωνή ήταν του Γκαϊόλ! Ψάχνεις γύρω σου να τον βρεις, αλλά δεν βλέπεις κανέναν. Και τότε συνειδητοποιείς ότι η φωνή ακούστηκε από μέσα σου. Σχεδόν δακρύζεις καταλαβαίνοντας ότι ο Γκαϊόλ πλέον είναι μέσα σου. Ή καλύτερα ήταν από την αρχή, απλά καλά κρυμμένος και τώρα τον επανέφερες στην επιφάνεια μέσα από την τόση σου προσπάθεια. Μετά από όλα αυτά, λοιπόν, συνταραγμένος από την πληθώρα γνώσεων που απέκτησες σε μία νύχτα, αποφασίζεις να συνεχίσεις τη ζωή σου και καθημερινά να προσεύχεσαι με κομποσκοίνι έως ότου ξαναέρθει η ώρα να πας στην Χρυσή Πόλη, την οποία είσαι πλέον σίγουρος πώς θα ξαναεπισκεφθείς.
Καθώς οι μέρες περνούν κι εσύ παραμένεις πιστός στην υπόσχεση που έδωσες στον εαυτό σου, να εξαλείψεις το μυστήριο της Χρυσής Πόλης, συνεχίζεις ακάθεκτος το πρόγραμμα σου. Ακόμα και η κούραση δεν σε σταματάει από το να κάνεις την προσευχή σου τις νύχτες, να θυμηθείς κάποιες από τις εμπειρίες σου στην Πόλη του Φύλακα, να θυμηθείς φίλους και γνωστούς χαμένους στο παρελθόν ή στο σκοτάδι της ζωής σου. Φίλοι για σένα ήρθαν και πέρασαν, άλλοι με τα σώματά τους κι άλλοι με την καρδιά τους. Όμως όλους τους εκτίμησες, όλους τους αγάπησες και τους θυμάσαι. Κι αυτό διότι άπαντες κάτι σου προσέφεραν συντελώντας έτσι στη διαμόρφωση αυτού που είσαι σήμερα. Υπάρχουν κι εκείνες οι στιγμές που σε πιάνει νοσταλγία για όλα τα περασμένα, ίσως ανόητα, αφού αγνοείς τον κόσμο που ανοίγεται ανθίζοντας μπροστά σου, αφού δεν γνωρίζεις τίποτα για το πολλά υποσχόμενο μέλλον σου. Άλλοτε σου έρχεται στο μυαλό η φράση πώς “η φύση τίποτα δεν δημιουργεί μάταια” και σκέφτεσαι ότι υπάρχει μια κρυφή αλήθεια σ' αυτήν. Όλα φτιάχνονται, όλα δημιουργούνται με κάποιους σκοπούς. Όλοι αυτοί, λοιπόν, που πέρασαν από την ζωή σου, είχαν κι αυτό τον σκοπό. Σκέφτεσαι, φυσικά, και τις φορές που εκπλήρωσες εσύ τον συγκεκριμένο σκοπό περνώντας και σαρώνοντας τις ζωές άλλων. “Φταίω; Το επέλεξα;” αναρωτιέσαι βαθιά. Μα η σιωπή στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν σου δίνει απαντήσεις, αλλά σου καλλιεργεί ένα συναίσθημα ενοχικότητας. “Ίσως...”.
Έρχεται, λοιπόν, μια μέρα που αυτή η σκέψη σε τυραννάει και δεν σε αφήνει ήσυχο. Σχεδόν σε πνίγουν τα ερωτήματα! “Φταίω; Γίνεται να φταίω;”. Κι άλλοτε σκέφτεσαι... ακόμα κι αν δεν φταις, γιατί είσαι μόνος; Η Χρυσή Πόλη και όλοι οι φίλοι σου εκεί μοιάζουν παροδικοί. Φοβάσαι... Συνεχώς νιώθεις την ανασφάλεια της μοναξιάς. “Δεν γίνεται να ζω με φίλους σε μια Πόλη που ίσως και να βρίσκεται στο μυαλό μου... σε έναν τόπο που δεν μπορώ να πάω με το σώμα μου, με τη συνείδησή μου. Γιατί η μοναξιά με πονάει κι ο πόνος δεν νιώθεται μόνο στην ψυχή, αλλά και στο σώμα, μέσα βαθιά στην καρδιά μου! Θέλω φίλους που να μου γιατρεύουν και τις πληγές αυτές... Θέλω αγάπη.”. Δεν καταλαβαίνεις... τρομοκρατείσαι και μόνο στην ιδέα μήπως πρόκειται για μια τιμωρία που σου έχει επιβληθεί, μια τιμωρία που ή στην έχει επιβάλλει κάποιος έξω κι ανώτερος από εσένα ή ο ίδιος σου ο εαυτός.
΄
Οι απαντήσεις δεν σου δίνονται από καμία σιωπή. Γι' αυτό κι επιλέγεις στη σημερινή σου προσευχή να λάβεις απαντήσεις από τον Γκαϊόλ ή κάποιον άλλον από την αγαπημένη σου Πόλη. Οπότε σαν έρχεται η ώρα και επαναλαμβάνεις τις σκέψεις σου διατυπώνοντας όσο πιο ξεκάθαρα και ακριβέστερα μπορείς τις απορίες σου, νιώθεις μια χαλάρωση, μια ηρεμία να γεμίζει την ύπαρξή σου. Και ξαφνικά, λιώνεις. Βλέπεις τον εαυτό σου να γίνεται νερό και να χύνεται σε ένα σκοτεινό κενό. Κανένα συναίσθημα πτώσης ή κάτι παρεμφερές. Απλώς πέφτεις στο σκοτάδι. Ώσπου διακρίνεις μέσα στο τόσο μαύρο ένα ρόδο να περιστρέφεται. Ένα μεγάλο κόκκινο ρόδο στέκεται μπροστά σου και φαίνεται να χορεύει σε έναν εσωτερικό ρυθμό γυρνώντας γύρω από τον εαυτό του. Καθώς, λοιπόν, κοιτάς έκθαμβος αυτό το θαύμα να εκτυλίσσεται μπροστά σου, μια μουσική, ένα θείο τραγούδι φτάνει στα αυτιά σου και ενεργοποιεί κάθε είδους συναίσθημα στην ψυχή σου. Η καρδιά σου χτυπάει δυνατά και μια περίεργη συγκίνηση σε καθηλώνει από την ιερότητα της στιγμής. Δεν φαίνεται να καταλαβαίνεις πολλά, αφού προσπαθείς να συνειδητοποιήσεις την αιτία των συναισθημάτων σου. Το πρώτο που σου έρχεται στο μυαλό είναι πως η φωνή που ακούς σου θυμίζει την πριγκίπισσα της Χρυσής Πόλης. Και μόλις τότε ένα αίσθημα ασφάλειας σε κυριεύει, αφού οτιδήποτε έχει σχέση με την Πόλη του Φύλακα λειτουργεί για σένα ως επιβεβαίωση της ορθής πορείας σου. Μέσα στις τόσες σκέψεις και συναισθήματα, εντελώς απρόσμενα εμφανίζεται πίσω από το κόκκινο ρόδο ένα κοριτσάκι που χόρευε. Με το που αντιλαμβάνεσαι την παρουσία της, δεν χάνεις χρόνο και προσπαθείς να μάθεις τι γίνεται...
Γεια σου. Πώς σε λένε;
Το κορίτσι διακόπτει τον εκστασιασμένο χορό της σιγά σιγά, ανοίγει τα μάτια, σε περιεργάζεται για λίγο και προς ανακούφισή σου, χαμογελάει.
Με αποκαλούν με πολλά ονόματα. Λίντα, Φρέγια, Λέγια... Είμαι η Κυρία των πολλών Ονομάτων. Είμαι μια κόρη της Χίσρα. Είμαι η οδηγός σου.”
Το όνομα Φρέγια σου φαίνεται πιο οικείο και γι' αυτό επιλέγεις έτσι να αποκαλείς το κορίτσι, την Κυρία των πολλών Ονομάτων. Μόλις τελειώνει το λόγο της η Φρέγια, ο τόπος αρχίζει και παίρνει χρώμα και συνειδητοποιείς πως βρίσκεσαι στον Παράδεισο της Χρυσής Πόλης, σε ένα από τα ομορφότερα τοπία που έχεις ρεμβάσει ποτέ. Κοιλάδες και δάση εκτείνονται σε όλη την πλάση μέχρι πέρα στον ορίζοντα κι ο ήλιος ψηλά ζεσταίνει το κορμί σου προκαλώντας σου γαλήνη και χαρά. Η Φρέγια τότε, διακόπτοντας το θέαμά σου, σε ακουμπάει ελαφρώς στο μπράτσο και όλα εξαφανίζονται. Όλη η γαλήνη, η χαρά, η ομορφιά του τοπίου μέσα σε ένα άγγιγμα χάθηκαν! Και στη θέση του θαύματος, εμφανίζεται τώρα να υπάρχει μια ψυχρή, άγονη έρημος. Κατευθείαν σου έρχεται στο μυαλό η έρημος πέρα από την πύλη της Χρυσής Πόλης, “η έρημος που το εγώ στραγγαλίζεται σα μωρό που κλαίει”. Κι αμέσως συνειδητοποιείς πως βρίσκεσαι σε ένα πολύ επικίνδυνο μέρος! Ο φόβος για τη ζωή σου κατακλύζει κάθε κύτταρο της ύπαρξής σου λες και η τελευταία σου πνοή θα έφευγε με το επόμενο φύσημα του ανέμου. Η Φρέγια αντιλαμβάνεται τον τρόμο στα μάτια σου κι αμέσως σε ξαναγγίζει επαναφέροντάς σε στη Χρυσή Πόλη και το μαγευτικό της τοπίο. Με το που παίρνεις ανάσα ανακούφισης, σου απευθύνει το λόγο.
Οφείλεις να κατανοήσεις Άγνωστε Αναζητητή ότι όλα βρίσκονται μέσα σου. Εσύ επιλέγεις αν θα βρεθείς στην Πόλη ή στην Έρημο, στην Κοινωνία ή την Απομόνωση. Δεν πρόκειται για κόσμους έξω απ' αυτόν, αλλά για κόσμους μέσα σ' αυτόν. Αυτό οφείλεις να το καταλάβεις καλά! Μάθε επίσης, άνθρωπε, πως η δόξα της ωραιότητας είναι η εξιλέωση. Και οφείλεις να αντιληφθείς τον λόγο που υπάρχει εδώ η εξιλέωση ως δόξα. Διότι η δόξα κι η εξιλέωση δεν είναι το τέλος, δεν είναι ο μόνος σκοπός. Υπάρχει και πέρα δρόμος να διαβείς. Όμως στα αλήθεια πες μου, τι είναι Δόξα;
Για λίγο σαστίζεις... Τέτοιες έννοιες μπορείς να αντιληφθείς, αλλά δεν είσαι σίγουρος αν έχεις και τη δυνατότητα να τις εκφράσεις. Μέσα, ωστόσο, στην τόση αμηχανία, σχεδόν αυθόρμητα βγαίνει η φωνή σου.
Φρέγια, δόξα είναι το κατόρθωμα, μια πράξη δηλαδή που δεν καταφέρνουν άπαντες να εκπληρώσουν. Πρόκειται για την επιτυχία που δεν έχουν όλοι αξίωση να βιώσουν.
Εσύ έχεις κατορθώσει πολλά;
Γνωρίζω, Φρέγια, την άγνοιά μου και δεν την αρνούμαι. Ξέρω, βέβαια, ότι μπορώ να την περιορίσω, όχι όμως να την εξαλείψω. Πάντα θα μου ρίχνει τα πέπλα της, γι' αυτό άλλωστε και πάντα θα μαθαίνω.
Με το που τελειώνεις τη φράση σου, η Κυρία των πολλών Ονομάτων σε παίρνει από το χέρι και προς έκπληξή σου, μέσα σου αναβιώνει ένας ρυθμός που ποτέ άλλοτε δεν είχες νιώσει. Η καρδιά σου χτυπάει όλο και πιο δυνατά, όλο και πιο ζωντανά και η ύπαρξή σου τυλίγεται σε μια λευκή φλόγα ενέργειας! Και τότε αρχίζει ο χορός. Η Φρέγια κι εσύ χορεύετε σε έναν ρυθμό ανελέητο, απίστευτο! Είναι κυκλικός και έχει ως κέντρο το ρόδο! “Κέντρο το ρόδο! Κέντρο το ρόδο! Κέντρο το ρόδο!” φωνάζει η φωνή της Φρέγιας στο κεφάλι σου! Και το ρόδο πράγματι είναι το κέντρο! Ανθίζει, ζωντανεύει και δίνει με τη σειρά του ζωή! Είναι το Ρόδο, το κέντρο του Χορού της Ζωής.
Η έκσταση του χορού συνεχίζει για απροσδιόριστη ώρα μέχρι που εντελώς απρόσμενα σταματάει. Μένεις ακίνητος και κρατάς την ανάσα σου λες και θα σου φύγει όλη αυτή η σπιρτάδα που ένιωσες πριν λίγα δευτερόλεπτα. Η Φρέγια σε πλησιάζει, σε κοιτάει με ένα όμορφο βλέμμα, γλυκό και γεμάτο κατανόηση και σου δείχνει πίσω σου, στον ορίζοντα. Διακρίνεις τώρα κάπου πέρα από το τοπίο ένα μεγάλο μαύρο πύργο, τόσο ψηλό που χάνεται στον ουρανό.
Εκεί, άνθρωπε, μπορείς να πας! Στο εύχομαι.
Και με την τελευταία αυτή συμβουλή της Φρέγιας, νιώθεις να χάνεσαι και ξυπνάς στο κρεβάτι σου, παραξενεμένος, αφού μόλις λίγα λεπτά είχαν περάσει από την έναρξη της προσευχής σου.
[button] © All rights reserved By the Author. [/button]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου