Μια μέρα αφού η Ασράχ φωτίστηκε από την θερμή και γεμάτη αγάπη λάμψη της μυστικής φλόγας κατέβηκε πριν ξεκινήσει για την πόλη στους κήπους του παλατιού καθώς προχωρούσε ανάμεσα στις τριανταφυλλιές και τους υάκινθους βλέπει ξαφνικά μπροστά της κάτι που ποτέ της δεν περίμενε ότι θα δει εκεί...Μια κουκουλωμένη μορφή την κοίταζε βαθειά μέσα στα μάτια, τότε ένιωσε για πρώτη φορά τρόμο γιατί αντίκρυ της αναγνώρισε μια φύση τόσο γνώριμη, μια φύση συγγενική αλλά και επικίνδυνη λες και έκρυβε μέσα της τον παντοτινό θάνατο μα πριν προλάβει να ρωτήσει ποιος ήταν...Μια απερίγραπτη γοητεία γέμισε την καρδιά της και μια νοσταλγία....νοσταλγία για την πόλη των ανθρώπων και των ξωτικών βασιλείων....
Ακολούθα με στο πεπρωμένο σου...βλέπεις την Ποσειδωνία κάθε πρωινό...βλέπεις τους ανθρώπους να χαίρονται μα δεν νιώθεις την χαρά τους, ακούς τα τραγούδια των ξωτικών λαών μα δεν τα τραγουδάς εσύ...θωρείς τον κράτιστο οίνο μα δεν τον γεύεσαι.....σου αρνούνται το δικαίωμα στην γνώση....δεν σε εμπιστεύονται....γνωρίζω να χρησιμοποιώ την ιερή φλόγα...εγώ είμαι τώρα ο Βασιλιάς σου γατί εγώ έχω την γνώση, εκείνοι με ονόμασαν έκπτωτο επειδή με φοβούνται εγώ με ονόμασα πρίγκιπα φωτεινό...θέλω να μεταφέρω την φλόγα στις πολιτείες των ανθρώπων, να τους δείξω πως μόνο μέσω εμού θα γευτούν την χαρά της σοφίας και την αληθινή ζωή, εγώ είμαι εκείνος που μπορώ και εσένα και εκείνους να σας απαλλάξω από την μιζέρια του Κάδμου, γιατί είμαι ο μόνος αληθινά φιλάνθρωπος αρκεί να με ακολουθήσεις, μαζί θα ανάψουμε την φλόγα στο κέντρο της Ποσειδωνίας και όλοι θα αναγεννηθούν σε μια νέα εποχή, αυτή της Κυριαρχίας της Φυλής του Ανθρώπου....εκείνη υπνωτισμένη του έδωσε το χέρι της και εκείνος της το φίλησε λάγνα και ανυπόμονα....δεν παρατήρησε πως πίσω από τον ανονόματο καταραμένο φύλακα κρύβονταν η Λιλάνμα ανάμεσα στους επτά πυλώνες που στόλιζαν τον κήπο των ουρανίων παλατιών, ποτέ δεν την είδε να κρυφογελαει πίσω από από τα μαύρα πέπλα που κάλυπταν το πρόσωπο της...
Η Ασράχ εκείνο το πρωί δεν πήγε στην πόλη και η ποσειδωνία βυθίστηκε στην ομίχλη και το σκοτάδι...Η Κατανόηση των Ανθρώπων σκοτίστηκε και ξέχασαν το φως της Θείας Φλόγας, τα ξωτικά βασίλεια κρύφτηκαν και τότε συνέβη κάτι τρομερό όλοι έπεσαν σε ύπνο βαθύ και η ποσειδωνία άρχισε να βυθίζεται στα νερά της θάλλασας που τώρα από κρυστάλλινη είχε γίνει σκοτεινή σαν μαύρο διαμάντι....και στο όνειρο τους ήρθε εκείνος, αυτός που όλοι είπαν ότι είναι καταραμένος, και μεγάλη ταραχή φώλιασε στην Καρδιά τους...Άνοιξε τον μανδύα του και η καμένη του όψη φωτίστηκε από την ιερή φλόγα που τόσο πρόθυμα του προσέφερε η Ασράχ....Ιδού Λαοί των άνθρωπων κρατάω την Σοφία και την Αγάπη, σας είπαν πως είμαι αδύναμος, σας είπαν πως είμαι ένας κοινός κλέφτης που ήθελε το κακό ολόκληρου του Κόσμου...Σας είπαν ψέματα...το μόνο που θέλω είναι να μοιραστώ μαζί σας την φλόγα και να ζήσουμε όλοι μαζί ευτυχισμένοι σε ένα βασίλειο μακρινό, εκεί που ο Κάδμος δεν θα έχει καμία εξουσία εκεί θα ζήσετε ελεύθεροι μακριά από την τυραννία του....εγώ θα γίνω ο Θεός σας και εσείς ο λαός μου και όλοι μαζί θα ταξιδέψουμε στην αιωνιότητα, μέσω της δικής μου δύναμης θα γίνετε θεοί και τότε θα καταλάβετε το ψεύδος του Κάδμου και της μνημοσύνης.......Ψίθυροι ακούστηκαν στο σκοτεινό όνειρο, ψίθυροι αμφιβολίας και φόβου.....πως είναι δυνατόν να τους ξεγέλασε ο Κάδμος και η Μνημοσύνη; σκέπτονταν...και από την άλλη ο Φύλακας ήταν δυνατός και παμπόνηρος....ραδιούργος και πανέξυπνος, αυτός δεν προσπάθησε άλλωστε παρ'ολίγο με επιτυχία να κλέψει την Αγνή φλόγα της Αγάπης και της Σοφίας;....γιατί να πιστέψει κάποιος τα λόγια του και να μην τα θεωρήσει ψεύδη και συκοφαντίες βγαλμένες από χείλη πικρά και από νου ταραγμένο;...Τότε Ο Έκπτωτος άκουσε τους ψιθύρους και αφουγκράστηκε τις μύχιες σκέψεις τους.....και δείχνοντας την Ασράχ φώναξε....
-Ιδού ω Λαοί της Ποσειδωνίας....Η Ασράχ η αγαπημένη σας προστάτιδα θα με ακολουθήσει στο Νέο Κόσμο.....Ποιος τολμά να αμφισβητήσει την αγάπη της; όποιος επιλέξει να μείνει πίσω θα γνωρίσει τον αιώνιο ύπνο των νεκρών.....
Τότε οι κοιμώμενοι άρχισαν να ταράσσονται και να διχογνωμούν...άλλοι έλεγαν
-Ο Κάδμος μας είπε ψέματα....καταραμένος να 'ναι και αυτός και το παλάτι του.....άλλοι είχαν μείνει άφωνοι από την εικόνα της Ασράχ που στέκονταν πίσω από τον καταραμένο φύλακα....και άλλοι άρχισαν να φωνάζουν....
-φύγε Ακατανόμαστε Άρχοντα και κλείσε το στόμα σου για να μην ξεράσει κι άλλο δηλητήριο...θάνατος περιμένει όποιον σε ακολουθήσει στους νέους τόπους που υποσχέθηκες ότι θα μας πας....
Τότε όμως η Ομάδα των υποστηρικτών του εκπτώτου παρακινούμενη από δυο πρωτόγνωρες για εκείνους τους Λαούς δυνάμεις, αυτής της εκδίκησης και της άλλης του Μίσους, άρχισε να κινείται απειλητικά προς το μέρος εκείνων που δεν είχαν πειστεί από τα λόγια του Πρίγκιπα των Καταραμένων και τότε πόλεμος μεγάλος ξέσπασε μέσα στο μεγαλειώδες αυτό όνειρο, δέσμες τεράστιων ποσοτήτων ενέργειας εξαπολύονταν ανάμεσα στις δύο πλευρές, ξωτικοβασιλιάδες κατασπάραζαν με μανία άλλους ξωτικοβασιλιάδες και οι άνθρωποι πολεμούσαν μεταξύ τους σαν λύκοι ωρυόμενοι σκότος κάλυψε τα πάντα και τα ουρλιαχτά του πόνου έσχιζαν το απέραντο κενό...ενώ η ποσειδώνία συνέχιζε να βυθίζεται......
Όταν ο ορυμαγδός κόπασε και η αχλύ του πολέμου που θόλωσε το όνειρο κατακάθισε οι πιστοί στον Κάδμο υπήκοοι ήταν πεσμένοι και ακόμα εγκλωβισμένοι στο όνειρο ενώ οι οπαδοί του Ανονόματου είχαν εξαφανιστεί απο κει.........Ο Κάδμος και Η μνημοσύνη περιφέρονταν ανάμεσα σε αυτούς που είχαν μείνει πίσω....ο ουρανός από πάνω τους είχε γίνει κόκκινος σαν αίμα, πίσω τους ακολουθούσε δακρυσμένος και συντετριμμένος ο Μελχ....που είχαν πάει οι υπόλοιποι υπήκοοι που είχε πάει η αγαπημένη του Ασράχ και η Πανίερη Φλόγα, τι θα μπορούσε να απαλύνει τον πόνο του και να κατευνάσει την οργή του για το κακό που βύθισε την ποσειδωνία και τους υπηκόους της; γιατί άραγε αυτοί που αιωρούνταν γύρω του στο κενό κοιμώμενοι δεν είχαν ακολουθήσει την τύχη της βυθισμένης πρώην πατρίδας του;... O Κάδμος αγκάλιασε την Μνημοσύνη που έκλαιγε και αμέσως μετά ακουμπώντας τον ώμο του Μέλχ σήκωσε το βλέμμα του στον ουρανό και είπε
" Η Προφητεία του Χρυσού Φωτός εκπληρώθηκε....Ο Πόλεμος άρχισε....ο Κόσμος γνώρισε το καλό και το κακό....Μην Κλαις Μνημοσύνη και συ Γιε μου μη θλίβεσαι άλλο, μακρύς δρόμος ανοίγεται μπροστά μας μέχρι όλα να γίνουν πάλι όπως ήταν...Τότε έβγαλε μέσα από τον πορφυρό και διαμαντοστόλιστο μανδύα του μια ψηλή Ράβδο, πάνω της έλαμπαν σαν άστρα πολύτιμοι και ημιπολύτιμοι λίθοι ενώ η ίδια ήταν μέχρι τα μισά ασημένια ενώ το άλλο της μισό ήταν φτιαγμένο από ατόφιο χρυσάφι......Την κοίταξε και βυθίστηκε σε σκέψεις...πέρασε σχεδόν ένα ημίωρο ώσπου ο Κάδμος ύψωσε την ράβδο προς τον ουρανό και άρχισε να λέει λόγια μαγικά σε μια περίεργη αρχαία γλώσσα τόσο αρχαία που κανείς άνθρωπος δεν ήξερε να μιλά....κάποτε την ονόμαζαν Θεϊκή η κοινή, επειδή ήταν η πρώτη που γνώρισε ο κόσμος μετά από αυτό που Ο Κάδμος ονόμασε Χρυσό Φως...
Στον κατακόκκινο ουρανό άρχιζαν να στροβιλίζονται αστραποφόρα σύννεφα.......στο κέντρο του στροβίλου μια δίνη χρωμάτων περιδινίζονταν με μεγάλη ταχύτητα μέχρι που μετά από λίγο έδωσε την θέση της σε ένα λευκό αστραφτερό φως που σιγά σιγά έδιωξε τα σύννεφα και κατάπιε όλον τον ουρανό...Ξαφνικά μία σφαιρα φωτός έφυγε από τον ουρανό και καθώς κατέρχονταν πήρε την μορφή λαμπρού στέμματος, αυτό κατευθύνθηκε προς την μνημοσύνη και αφού την έστεψε την μεταμόρφωσε σε χιονοφεγγόφωτο αστέρι......Ο Μέλχ έμεινε έκθαμβος και Ο Κάδμος δάκρυσε αντικρίζοντας την ομορφιά της συζύγου του.....Το αστέρι στάθηκε μπροστά στο ουράνιο παλάτι και κανείς πλέον δεν μπορούσε να το αντικρύσει μια και το είχε καταπιεί το τρομακτικά αστραφτερό φως του άστρου εκείνης που ονομάστηκε έπειτα Κυρά και Κατανόηση των Ουρανών..."
Θα υπάρξει και τρίτο μέρος; πολύ καλό..μπράβο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ καλό Μπράβο!
ΑπάντησηΔιαγραφή:-) Σας ευχαριστώ!!!!! Φυσικά και θα υπάρξει τρίτο μέρος!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή